Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Βασίλειος Τσαβαλιάρης: (Ο πρώτος νεκρός του ΄40)



Σε ένα κεντρικό σημείο τής Πιαλείας Τρικάλων δεσπόζει, η προτομή ενός μαχητή του έπους ΄40, τού Βασιλείου Τσαβαλιάρη. Στην σκιά τού ανδριάντα, γυρίζει τo ρολόι τού χρόνου για τoν ξεχασμένο στρατιώτη του μετώπου. «Ήταν ο πρώτος νεκρός τού πολέμου».
Η σφαίρα τού Ιταλού στρατιώτη τον βρήκε στο μέτωπο και τον σκότωσε, στις 5 ώρα το πρωί τής 28ης Οκτωβρίου, σε φυλάκιο στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Ήταν 28 Οκτωβρίου 1940, στα Ελληνοαλβανικά σύνορα. Ώρα 5η πρωινή. Η ιταλική σφαίρα βρίσκει τον στόχο της και ο στρατιώτης Βασίλειος Τσαβαλιάρης πέφτει ο πρώτος νεκρός τού Ελληνικού Έπους.


Η σάλπιγγα έδινε το σύνθημα τής μάχης ως ένα προσκλητήριο στον υπέρτατο αγώνα για την Ελευθερία. Πίσω από τα σκόπευτρα με το δάκτυλο στην σκανδάλη οι φρουροί των προκεχωρημένων φυλακίων προσπαθούσαν να διαπεράσουν το σκοτάδι. Απέναντι σε απόσταση λίγων μέτρων, ο εχθρός μόλις είχε αρχίσει την επίθεσή του. Προτού ακόμη εκπνεύσει το τελεσίγραφό τους, οι Ιταλοί είχαν εξαπολύσει τις ταξιαρχίες τους και οι πρώτες σφαίρες έσκιζαν την νυκτερινή σιωπή πάνω στα βουνά τής Ηπείρου. Εκεί, στην γραμμή των συνόρων σε ένα απομεμακρυσμένο φυλάκιο, έπεφτε νεκρός ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης, ο Βασίλειος Τσαβαλιάρης.
Σύμφωνα μα μαρτυρίες, οι τελευταίες λέξεις τού Έλληνα φαντάρου ήταν «αχ, τί θ’ απογίνουν τα παιδιά μου; να φυλάτε τα παιδιά μου».

Οικογενειακή Φωτο: Όρθιος από τα δεξιά ο Βασίλης Τζαβαλιάρης

Εδώ και μερικά χρόνια, στην πατρίδα του Πιαλεία, κάθε χρόνο, γίνονται εκδηλώσεις μνήμης, και βεβαίως τα παιδιά του δίδουν το δικό τους «παρόν»
«Ο πατέρας μου έκανε την σκοπιά στο 21ο φυλάκιο στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, στη θέση Γκόλφια, όπως λέγεται. Μετά την 5η πρωινή, το φυλάκιο δέχθηκε επίθεση από τούς Ιταλούς. Μία σφαίρα βρήκε τον πατέρα μου στο μέτωπο και τον σκότωσε. Οι μόνες του λέξεις πού είπε εκεί ήταν: να φυλάτε τα παιδιά μου, και μετά ξεψύχησε», λέει ο κ. Νίκος Τσαβαλιάρης. «Εγώ ήμουν μόνο 5 ετών και τα αδέλφια μου μικρότερα. Τελευταία φορά πού είχε έλθει στο σπίτι, ήταν όταν τον είχαν καλέσει στα νέα όπλα, μετά τα γεγονότα με το «Έλλη». Ήμουν μικρός αλλά τον θυμάμαι. Ήταν ντυμένος στρατιώτης. Απ’ ό,τι ανέφερε η συχωρεμένη η μάνα μου, τής έλεγε «Μην ανησυχείς. Όλα θα πάνε καλά. Όλα θα πάνε καλά». Έτσι έλεγε, ενώ νομίζω ότι γνώριζε τούς κινδύνους.


Την βραδιά εκείνη κανόνιζαν την βάρδια στα φυλάκια τού τάγματος πού ήταν πιο κάτω. Ένας αξιωματικός είχε πει ότι κάτι δεν πάει καλά, ίσως είχαν πληροφορίες, ποιός ξέρει; Τούς λένε λοιπόν «ποιοί θέλετε νa πάτε απόψε στα σύνορα». Και ο πρώτος πού σηκώθηκε καi είπε «να πάω εγώ» ήταν ο πατέρας μου, σύμφωνα με μαρτυρίες χωριανών πού γύρισαν πίσω αλλά καi από άλλες περιοχές των Τρικάλων».

επικοινωνιστε μαζι μας