Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Βαλτσινιώτικο παραμύθι «Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον»


Κάποτε στο Βαλτινό ζούσε ένας νέος, που είχε αποκτήσει καλή μόρφωση και διέθετε πολλές αρετές. Είχε σχεδόν τα πάντα, αγαπούσε πάρα πολύ το χωριό του, ήταν ευτυχισμένος και χαιρόταν τη ζωή του. 
Είχε όμως, μια και μόνον επιθυμία: ήθελε να ζήσει αιώνια. Μια μέρα λοιπόν, πήγε στο Λόγγο, λίγο πιο έξω απ’ το χωριό του, στο δάσος της Παναγίας, που κατοικούσε ένας σοφός γέροντας, ο παππούς ο Σκρέκας, και του είπε:
«Παππού, ξέρεις ποιο είναι το μυστικό για να ζήσω αιώνια;»
«Εγώ», του είπε ο παππούς ο Σκρέκας, ο γέρος του δάσους, «θα ζήσω μέχρι να πέσουν όλα τα δέντρα του δάσους».
«Α, όχι, αυτό δε φτάνει. Δεν μου κάνει. Βλέπεις κάποτε θα πέσουν τα δέντρα. Όχι, όχι, δεν είναι αυτό που ζητώ».
«Ε, τότε, πήγαινε να βρεις το γέροντα της Σαλαμπριάς, Αυτός είναι πιο γέρος κι από μένα και μπορεί να ξέρει το μυστικό».
Έτσι ο νέος επισκέφτηκε τη Σαλαμπριά και βρήκε το γέροντα, τον παππού, Τάσο Κουφοχρήστο, να ψαρεύει στο ποτάμι με το ριχτάρι.
«Γέροντα, ξέρεις πώς θα μπορέσω να ζήσω αιώνια;», τον ρωτά.
«Εγώ», του λέει ο παππούς, ο Τάσος Κουφοχρήστος, «θα ζήσω μέχρι να στερέψει ετούτο το ποτάμι».
«Α, όχι, δε θέλω. Δε φτάνει!», είπε ο νεαρός στενοχωρημένος. «Σίγουρα θα έρθει μια μέρα που το νερό της Σαλαμπριάς θα στερέψει και τότε κι εσύ κι εγώ θα πεθάνουμε».
«Τότε παλικάρι μου πήγαινε να βρεις το γέροντα του Κόζιακα», του απάντησε ο γέροντας της Σαλαμπριάς. «Αυτός που είναι πιο γέρος κι από μένα, κάτι παραπάνω θα ξέρει».
Ο νεαρός πήρε το δισάκι του στον ώμο, διάβηκε τον κάμπο, τις ραχούλες, κι ανέβηκε επάνω στο Κόζιακα και βρήκε τον γέροντα του βουνού, τον παππού Γιώργο Σταυρέκα που ήταν στ’ αλήθεια πάρα πολύ γέρος.
«Ξέρω γιατί ήρθες» του λέει ο παππούς ο Γιώργος Σταυρέκας. «Ψάχνεις να βρεις πώς θα μπορέσεις να ζήσεις αιώνια. Εγώ πάντως θα ζήσω μέχρι να πέσει ετούτο το βουνό», του είπε.
«Αυτό μάλιστα! Αυτό μου κάνει. Θα μείνω μαζί σου!» απάντησε όλο χαρά ο νεαρός κι έμεινε μαζί του.
Πέρασαν αιώνες μαζί κι έγιναν αχώριστοι φίλοι.
Κάποτε όμως, καθισμένος καθώς ήτανε πάνω στην κορφή του βουνού, ο νεαρός Βαλτσινιώτης ένιωσε μια βαθιά νοσταλγία για το χωριό του και θέλησε να το επισκεφθεί.

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Καλοκαίρι είναι...


Καλοκαίρι είναι...
Ένα γυμνό βουνό, λευκά σπίτια, θάλασσα και λίγος κόσμος. 
Να κάνεις την διερευνητική βόλτα και θα φτάσεις στη γνωστή ταβέρνα.
Να σε περιμένει ένα τραπέζι με μπλε καρό τραπεζομάντηλο και ψάθινες καρέκλες, πάνω στην ακρογιαλιά και δίπλα στο αρμυρίκι.


Να σε σερβίρουν, στην αρχή ένα ουζάκι με ψητό χταποδάκι, και στη συνέχεια να ακολουθούν, η ντοματοσαλάτα, τα τυριά, τα ολόφρεσκα ψαράκια και το δροσερό κρασάκι.


Να συζητάς χαμηλόφωνα διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα με τη συντροφιά σου αγναντεύοντας το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας, μέχρι που θα φθάσει το ολόδροσο κατακόκκινο καρπούζι ως επιδόρπιο.


Μετά να ησυχάζεις και να ταξιδεύεις στην αγαπημένη σου αγκαλιά ακούγοντας μόνο τα τζιτζίκια και τον παφλασμό της θάλασσας!!!

Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Τα ανομοιογενή ζευγάρια του κάματου


Η κοπιαστικότητα, αλλά και η γραφικότητα της παλαιότερης εποχής μέσα από τον αγώνα της επιβίωσης, στα άγια χώματα του κάμπου, φαίνονται αποκαλυπτικά στις δύο παλιές φωτογραφίες.
Στη μια περίπτωση η ελληνίδα αγρότισσα, με τη βουκέντρα στο χέρι, σαν τη θεά της γης, Δήμητρα, με το ανομοιογενές ζευγάρι να σέρνει το ξυλάλετρο, γητεύει τα άγια χώματα για την εξασφάλιση της επιβίωσης!!!


Στην άλλη περίπτωση, το σιδερένιο αλέτρι να σέρνεται με το ζυγό, πάλι από το ανομοιογενές ζευγάρι, την ώρα που ο γεωργός με τον γιο του οργώνουν την ευλογημένη γη. 
Λίγο πριν το τέλειωμα, θα πάρουν μια ανάσα. 
Με την παλάμη του χεριού του, ο γεωργός θα σφουγγίσει το μουσκεμένο, από τον ιδρώτα, πρόσωπο και θα ψελλίζει το «Δόξα σοι ο θεός», κοιτάζοντας τον ουρανό στο σώσιμο της ημέρας...
Γι΄ αυτό δικαίως λένε, πως η φωτογραφία είναι η ποίηση της όρασης!!!

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Το οτομοτρίς στα Τρίκαλα


Με αφορμή μια σπάνια φωτογραφία του 1968 που δείχνει την επιβίβαση ταξιδιωτών σε αυτοκινητάμαξα (οτομοτρίς), στον σιδηροδρομικό σταθμό των Τρικάλων, από το αρχείο του Νίκου Μουτσικόπουλο, αλλά και άλλων σχετικών φωτογραφιών, αξίζει να αναφερθούμε και να θυμηθούμε αυτό το μεταφορικό μέσο. 
Σίγουρα οι παλαιότεροι θα θυμούνται αυτήν την αυτοκινητάμαξα ή οτομοτρίς και πολλοί θα έχουν ταξιδέψει με αυτή.
Ήταν ένα σιδηροδρομικό όχημα, τρένο από τα πρώτα πολυτελή στην Ελλάδα. Εκτελούσε το δρομολόγιο Βόλος - Καρδίτσα - Τρίκαλα - Καλαμπάκα και φυσικά με πολλές στάσεις στα ενδιάμεσα χωριά και με την ανταπόκριση στον Παλαιοφάρσαλο. 


Η αυτοκινητάμαξα διαφοροποιείται από την κλασική αμαξοστοιχία στο γεγονός ότι διαθέτει μηχανή μαζί με τα βαγόνια των επιβατών και στην αρχή και στο τέλος της (για αντίθετη πορεία), ενώ η αμαξοστοιχία έχει μια μηχανή έλξης, και ακολουθούν τα υπόλοιπα βαγόνια.


Ένα πολύ εξελιγμένο όχημα για την εποχή του, πάνω στης Ελληνικές γραμμές του ΟΣΕ. Είχε ενσωματωμένη την μηχανή και τις θέσεις ενώ  είχε στο κέντρο ένα μπαρ. Μερικά μοντέλα δε, είχαν και δεύτερο βαγόνι. 


Γνωστοί τύποι αυτοκινηταμαξών που χρησιμοποιήθηκαν στον ελληνικό σιδηρόδρομο είναι οι: ΜΑΝ DMU, ΜΑΝ 2000 DMU, AEG, DMU, Stadler GTW DMU κ.α.


Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Απεβίωσε η Στεφανία Η. Καραθανάση


Απεβίωσε η συγχωριανή μας Στεφανία Καραθανάση, σύζυγος του Ηλία, το γένος Νικολάου Κυριάκου, την Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013, σε ηλικία 88 ετών.

Η Στεφανία γεννήθηκε στη Φωτάδα το 1925. Με τον σύζυγό της Ηλία Καραθανάση απόχτησαν τρία παιδιά. Τον Ευθύμιο, τον Νικόλαο και τον Ευθύμιο.

Η κατάλληλη στιγμή


Για να μπορέσεις να πιάσεις και να φωτογραφίσεις την κατάλληλη στιγμή τα πουλιά απαιτεί χρόνο, υπομονή και αρκετή τύχη. Κάποιοι το επιχείρησαν και στάθηκαν τυχεροί, έπιασαν την κατάλληλη στιγμή.



Δείτε μερικές φωτογραφίες με πουλιά, στις οποίες οι φωτογράφοι έχουν "συλλάβει" με το φακό τους ακριβώς την κατάλληλη στιγμή.

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

«Ο ανεπρόκοπος» Βαλτσινιώτικη ντοπιολαλιά


Τώρα το καλοκαίρι μι τις τρανές ζέστες κάθουμι κάτ΄ απου κάνα πλατάνι κι θυμάμι παλιές Βαλτσινιώτικες ιστουρίες. Θα στις μολογήσω, άξτες κι γράψτεις άμα θες.

Τουν βλέπς αυτούια ια, αυτό του πιδί.
Ε, ρε, γαμώ τη μάνα μέσα, γκουτζιάμ πιδί, ντιπ δεν τουν κόβι!
Ούδι νια αράδα δεν ξέρει να διαβάσει. Δεν καταλαβαίνει τίπουτι, σκέτους γκρας είνι. Γκουτζιάμ άντρας κι κάνει χαζαμάρις ακόμα. Ποιόν όμοιασι;
Ήταν μικρός, δεν τουν αγροίξι τουν πατέρα τ’ απ΄ ήταν μιρακλής!
Άμα τουν έλεγις να κάνι κάνα δλειά…
-Δεν αδγειάζου, έλεγι, έχου να πάου στα πρόβατα. Έκανι πάντα του θκό τ’.
-Έλα να κάνουμι αυτή τη δλειά, τουν έλιγις.
-Δεν αδγειάζου σήμερα  σεαμπρουστά άμα ξεαδγειάσου, θα ’ρθού, έλιγι.
Έβγαζι του καθρεφτάκι κι την τσατσάρα, σάλιουνι του μαλλί κι έφτιαχνι τουν καρέ.
Άμα τουν έλεγις, να ντυθεί κι να πάει στην νηκκλισιά γκουρδουκλιόνταν ούλη τη νύχτα στου κριβάτι κι του προυί που σκώνουνταν μπαμπάλιζι. Ντύνουνταν κι έβαζι ανάπουδα τα παπούτσια τ’.
-Βρε πιδί μ’, τά ’βαλις τ’ανάπουτα τα παπούτσια σ’, τουν έλιγαν.
-Αλάθους έκανα, έλιγι αυτός, αλλά δεν τα άλλαζι, έβγαζι του καθρεφτάκι κι την τσατσάρα, έφτιαχνι τουν καρέ κι πήγηνι έτσι, σαν σβαρνιάρς στην νηκκλισιά.
Νια βολά θα πνίγουνταν στου πουτάμι αν δεν αγραπώνουνταν απού κάτι κλαργιά. Έσκουζι ούλ΄τη μέρα να τουν ακούσουν. Σπουλάτι τουν άξαν κατι τσουμπαναραίοι κι πήγαν τουν έβγαλαν.
Νια βολά τουν έστειλαν να κουβαλίσι τ’άχυρου μι του κάρου, απ τη Παναία κι γκιράντσι του φουρτουμένου κάρου κι έπισαν ούλα τα διμάτχια στου δρόμου.
Νια άλλη βολά τοιμάσκαν να πάν στου παγκύρι, είχαν ζέψι του κάρου, φόρτουσαν κι τα πράματα κι περίμιναν αυτόν.
Αυτός, τότι είχι πάρι τα γκιούμνια κι είχι πάει να τα γιουμίσι μι νιρό απ τ’ αρτισιανό.
Πιρίμιναν - πιρίμιναν, κάπουτι κι αλλότι, φανήσκι κι αυτός, γιμάτους απού πάν μέχρι κατ΄ λάσπις κι νιρά.
-Ά ρε, του λεν, που είσι; Ισένα θα πιριμένουμι.
-Κάηκι απού νιρό του γουμάρι κι γκάρζι ούλη τη μέρα, τσ’ λέει, ιγώ γκουσουμάντσα μέχρι να του φέρου τόσου βάρους να του πουτίσου κι σεις χουιάζτει.
Νια άλλη βολά κουβαλούσι πάλι νιρό μι τα γκιούμια κι τουν φώναζαν.
-Μην απιρνάς απού κει, έχει αγλίστρα η δρόμους.
Μπα, αυτός, ικεί. Ε, πάτσι νια γλίστρα κι ήρθι μι τουν κώλου σεαπάν’.
Τουν αλπήτχα του καημένου έτσι όπως έκανε.
Ούλη τη ζουή τ’ αγουνιώτι κι ντιπ προυκουπή δεν είδι.
Ούλου γαμπρίζει η καημένους κι καμία δε γυρίζει να τουν κοιτάξει.
Σάμπως τι να κοιτάξει... τέτοιους ανεπρόκουπους που είνι…

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Το υγρό φως





Η καναδέζα καλλιτέχνις Tanya Clarke δημιούργησε αυτές τις μοναδικές και περίεργες λάμπες με το όνομα liquid light.
Πρόκειται για χειροποίητα γλυπτά σε σχήμα «σταγόνων νερού» που είναι εξοπλισμένα με LED και έχουν φτιαχτεί από ανακυκλωμένες βρύσες, βαλβίδες και σωλήνες του νερού.


Σκοπός της πίσω από αυτά τα καινοτόμα και πανέμορφα φωτιστικά είναι η ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης για τη διατήρηση των υδάτινων πόρων.
Ο πατέρας της Tony Clarke, είναι κορυφαίος πολιτικός ακτιβιστής σε θέματα περιβάλλοντος και ακολουθώντας τα βήματά του δωρίζει ένα μέρος των εσόδων της στην οργάνωση του «The Polaris Institute».


Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

H αρνησιπατρία ως καριέρα

Του Χρήτου Γιανναρά

H αρνησιπατρία έχει «νόημα», όταν έχει «νόημα» και η φιλοπατρία. Tι θα πει «νόημα»; Kαμία απολύτως σχέση με ιδεολογήματα, «πεποιθήσεις», ψυχολογικές υποβολές. Nόημα στη ζωή δίνουν οι στοχεύσεις, τα δημιουργικά κίνητρα, η αδιάκοπη αναμέτρηση με αιτία και σκοπό της ύπαρξης και της συνύπαρξης. Tελικά το «νόημα» μοιάζει συνώνυμο με την «ποιότητα» της ζωής.
Δύσκολο, σχεδόν αδύνατο να πεισθεί εμπειρικά (όχι με συλλογιστική αποδεικτική) ο άνθρωπος της καταναλωτικής κοινωνίας ότι η «ποιότητα ζωής» δεν μετριέται με το κατά κεφαλήν εισόδημα, αλλά με την κατά κεφαλήν καλλιέργεια. H «καλλιέργεια», στο σημερινό πολιτισμικό μας «παράδειγμα», είναι μάλλον μια έννοια χρηστική, ατομικής ωφέλειας ή ατομικής ευχαρίστησης. Δύσκολα μπορεί να λειτουργήσει σαν δίαυλος για την πρόσβαση στο «νόημα» της πατρίδας, σαν συνάρτηση «ποιότητας» της ζωής. Mιλώντας επομένως για «φιλοπατρία» σήμερα, με δεδομένα και παγιωμένα τόσα ελλείμματα σε προσλαμβάνουσες παραστάσεις, είναι σαν να διεκτραγωδούμε μιαν ερωτική αποτυχία σε άνθρωπο παντελώς ανέραστο.
H φιλοπατρία είχε «νόημα» όσο η πατρίδα ήταν απτή, ψηλαφητή πραγματικότητα ποιότητας της ζωής. Hταν βίωμα δεσμού η πατρίδα, πραγματικών «χειρωνακτικών» σχέσεων (όχι συναισθημάτων και ψυχολογημάτων) με συγκεκριμένη γη. Λειτουργούσε η συγγένεια, η κοινότητα, η εναργής συνείδηση ότι μοιράζεται - κοινωνεί ο άνθρωπος την ανάγκη, τη χαρά, τον πόνο, τον θάνατο, την ελπίδα. Aυτή η κοινωνία της εμπειρίας συνόψιζε βιώματα και πρακτικές, σοφία και εθισμούς αιώνων. Zούσε ο άνθρωπος τη ζωή ως μετοχή και ένταξη, καταγωγή και συνέχεια, είχε αμεσότητα σχέσης με τους προγόνους και τα μνημεία των προγόνων: είχε Iστορία.

Σάββατο 20 Ιουλίου 2013

Τα Τρίκαλα τον περασμένο αιώνα


Δύο φωτογραφίες από την περιοχή των Τρικάλων δημοσιευμένες στο περιοδικό "Ιστορία Εικονογραφημένη" στην ενότητα "Φωτογραφικό ταξίδι στην παλιά Ελλάδα", οι οποίες ανοίγουν ένα παράθυρο στον χρόνο και αποτυπώνουν αδρά ένα μέρος από τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο ζωής στα καφενεία της εποχής.
Η πρώτη, έχει λεζάντα "με την κυριακάτικη εφημερίδα στο χέρι... Μετέωρα, Μάρτιος 1960" και είναι μια  φωτογραφία του Δημήτρη Χαρισσιάδη.


Η δεύτερη, έχει τίτλο "καφενείο των Τρικάλων 1948" (δεν διευκρινίζεται όμως αν είναι στην πόλη η σε κάποιο χωριό).

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

"Τα γαϊδουράκια" Παλιές εικόνες του χωριού


Πριν την εμφάνιση των αγροτικών μηχανών και των αυτοκινήτων, στο Βαλτινό, οι μεταφορές της γεωργικής παραγωγής και των ίδιων τον ανθρώπων γίνονταν αποκλειστικά και μόνο με τα άλογα, τα μουλάρια και τα γαϊδούρια.
Ήταν πολύ συνηθισμένη η εικόνα να βλέπεις, στους χωμάτινους δρόμους του χωριού, τους οι αγρότες, να πηγαινοέρχονται στις δουλειές τους, πάνω στο γαϊδουράκι.
Ακόμα πιο συνηθισμένη ήταν η φωνή αυτών των συμπαθέστατων ζώων (ογκανισμός - γκάρισμα) που συχνά ακούγονταν και αντηχούσε τα μεσημέρια στο χωριό.


Τα γαϊδουράκια σε σύγκριση με τα άλογα είχαν πολύ μεγάλη αντοχή στην κοπιώδη εργασία, στον καύσωνα, στις ασθένειες, στην πείνα και την δίψα. Ήταν εξαιρετικά λιτοδίαιτα, πολύ υπομονετικά και μακροβιότερα του αλόγου.
Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του χωριού εκτρέφανε στο σπίτι τους και από ένα γαϊδουράκι. Εξοπλίζονταν με την κατάλληλη ιπποσκευή και έτσι πάνω στις πλάτες των υποζυγίων έβαζαν το σαμάρι που θα μοίραζε και θα μετέφερε ομαλά το βάρος και τις δυνάμεις του φορτίου που συχνά ξεπερνούσε τα 100 κιλά.


Κάθε ζώο είχε σαμάρι φτιαγμένο στα μέτρα του, για να εφαρμόζει τέλεια και για να σαμαρωθεί έπρεπε να είχε κλείσει τα 3-4 χρόνια της ηλικίας του. Ένα καλό σαμάρι μπορούσε να κρατήσει πάνω από 15 χρόνια. Συνήθως τα υποζύγια κουβαλούσαν το ίδιο σαμάρι μια ολόκληρη ζωή.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Παίξε Νικόλα μου γλυκά «Mπεράτης»


Με τίτλο «Παίξε Νικόλα μου γλυκά» και λόγια που αναφέρονται στο ταλέντο του αείμνηστου συγχωριανού μας κλαρινίστα Νίκου Καλαμπάκα, ακούμε ένα  διασκευασμένο όμορφο δημοτικό τραγούδι, με τη φωνή του Γιάννη Γκουζιώτη.
Πρόκειται για μια διασκευή του παραδοσιακού δημοτικού τραγουδιού «Μπεράτι», τα λόγια του οποίου επευφημούν τις καλλιτεχνικές ικανότητες του συγχωριανού μας οργανοπαίχτη Νικόλαο Καλαμπάκα.
Παίζουν οι μουσικοί: Καλαμπάκας Νικόλαος (κλαρίνο), Γκουζιώτης Γιάννης (τραγούδι), Βαγγέλης Λάκης (Λαούτο), Γκιουλέκας Σούλης (κιθάρα), Γκουζιώτης Γιώργος (synthy).


Παίξε Νικόλα μου γλυκά

Παίξε Νικόλα μου γλυκά,
για να χορέψουν τα παιδιά,
για να χορέψουν τα παιδιά.
Βρε Καλαμπάκα λεβεντιά!

Όλο τον κόσμο τον γλεντάς
με το κλαρίνο που «κτυπάς»,
με το κλαρίνο που «κτυπάς»
όλο τον κόσμο τον γλεντάς.

Παίξε Νικόλα μου γλυκά,
για να χορέψουν τα παιδιά,
για να χορέψουν τα παιδιά.
Βρε Καλαμπάκα λεβεντιά!

Και στο γάμο θα σε πάρω
σαν παντρέψω τα παιδιά
μωρέ σαν παντρέψω τα παιδιά
Βρε Καλαμπάκα λεβεντιά!

Παίξε Νικόλα μου γλυκά,
για να χορέψουν τα παιδιά,
για να χορέψουν τα παιδιά.
Βρε Καλαμπάκα λεβεντιά!

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Ιστορίες τραγουδισμένες "Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά"


Ανθρώπινες ιστορίες, γεγονότα ασήμαντα ή σημαντικά, στιγμές αποτυπωμένες στη μνήμη, που τις εξιστόρησε, τις φωτογράφησε και τις τραγούδησε η μούσα.

 Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά


Ερμηνεία: Θανάσης Γκαϊφύλλιας
Στίχοι: Χριστίνα Ματθαίου
Μουσική: Γιώργος Φραντζολάς

Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά
το φούλι μας ανάνιωνε κάτω στην πρασιά
σιγοτραγούδαγε ο μικρός μου αδερφός
κι οι άσπρες μας λινές πετσέτες χύνονταν στο φως.

Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά
οι θόρυβοι ξεσπούσαν στα παραθύρια τ ανοιχτά
χόρευε η κουρτίνα μας γλυκό σκοπό
κι έκαιγε ο ήλιος της γιαγιάς μας το σγουρό βασιλικό.

Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά
τη μύγα κυνηγούσε απ τη σαλάτα η μαμά
μάζευε στα γρήγορα τα ρούχα τα ξερά
τα κίτρινα τα μανταλάκια παίρνανε φωτιά.

Τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά
τρώγαμε όταν γυρνούσε ο μπαμπάς απ τη δουλεία
στήναμε στο τέλος άγριο καβγά
κι ύστερα κοιμόμασταν βαθειά ως τις επτά.

Τώρα τα μεσημέρια τα καλοκαιρινά
τις μνήμες ανιχνεύω εντελώς μηχανικά
νοιώθω τα χέρια μου τόσο αδειανά
και δεν αποκοιμιέμαι στο τραπέζι τώρα πια.


Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Ο ξυλογλύπτης Κώστας Βότσιος


Με ανανεωμένη την τεχνική του και με ασίγαστο το πάθος του για δημιουργία συναντήσαμε στην φάρμα του, τον ξυλογλύπτη Κώστα Βότσιο να σκαλίζει και να μεταμορφώνει άμορφους ξύλινους όγκους σε έργα τέχνης.
Ο ελεύθερος χρόνος του γεμίζει στο καταφύγιό του με ξύλινες δημιουργίες, μέσα σ΄ ένα περιβάλλον όπου η φύση κυριαρχεί εναρμονιζόμενη με το τοπίο και το φυσικό κάλλος.


Η συλλογή των έργων του είναι εμπλουτισμένη και επηρεασμένη από τη φύση της εργασίας του. Ως εκτροφέας ήμερων και άγριων ζώων, ο Κώστας Βότσιος, δεν θα μπορούσε να μην επηρεαστεί από την εργασία του, γι΄ αυτό άλλωστε τα περισσότερα θέματά του τα εμπνέεται και τα αντλεί από τα ίδια τα ζώα. Παρόλα αυτά όμως, επιχειρεί και φιλοτεχνεί ξυλόγλυπτες αγιογραφίες, προσωπογραφίες, μικροαντικείμενα, μικροέπιπλα, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές, που το ίδιο το σχήμα του ξύλου είναι εκείνο που θα τον εμπνεύσει και θα τον οδηγήσει προς την τελική μορφή που θα πάρει το έργο.  


Οι σκέψεις και τα όνειρά του προσανατολίζονται στην δημιουργία ενός μουσείου μέσα στον χώρο της φάρμας, όπου οι επισκέπτες μαζί με τα άγρια ζώα θα έχουν την δυνατότητα να θαυμάσουν αλλά και να αγοράσουν τα ξυλόγλυπτα έργα του.
Σε μια εποχή που όλα φαίνονται δύσκολα ο ξυλογλύπτης Κώστας Βότσιος, με σύμμαχο το μεράκι του είμαστε σίγουροι, πως θα καταφέρει να εκπληρώσει τα όνειρά του…
Παρακάτω παρουσιάζουμε μερικά από τα έργα του.

Διάκριση για τη συγχωριανή μας Παρασκευή Μπαντόλια.


Το βιβλίο «14 ιστορίες τρικαλινών μαθητών», που περιέχει διηγήματα μαθητών που βραβεύτηκαν στον Α’ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό των εκδόσεων «Λογείον», παρουσιάστηκε την Πέμπτη 4 Ιουλίου, ώρα 8:30 στη Σουίτα art-café.


Οι μαθητές που συμμετείχαν με διηγήματά τους στην έκδοση του βιβλίου  διάβασαν αποσπάσματα από τα κείμενά τους, συζήτησαν για τη λογοτεχνία και απάντησαν σε ερωτήσεις του κοινού.


Μεταξύ των βραβευθέντων ήταν και η συγχωριανή μας Παρασκευή Μπαντόλια.

Ελεωνόρα Ζουγανέλη ΤΡΙΤΗ 16 ΙΟΥΛΙΟΥ ΣΤΑ ΤΡΙΚΑΛΑ!


Φέτος το καλοκαίρι η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, στην πιο δημιουργική της περίοδο και μετά την πρόσφατη κυκλοφορία του νέου της cd «ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΤΩΡΑ» το οποίο έχει ήδη γίνει χρυσό μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα,  ετοιμάζει τη “ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ” για την καλοκαιρινή της περιοδεία.
Με σταθμούς σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, η Ελεωνόρα μας καλεί σε ένα μελωδικό ταξίδι  πέρα από όρια και σύνορα, που μόνο η μαγική φωνή της και η ιδιαίτερη σκηνική της παρουσία μπορούν να μας ταξιδέψουν.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει καινούργια τραγούδια από το νέο album της «ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΤΩΡΑ» που κυκλοφόρησε πρόσφατα όπως τα «ΜΟΝΑΧΑ ΕΓΩ» και «ΝΑ ‘ΣΑΙ ΚΑΛΑ» σε μουσική του Θέμη Καραμουρατίδη και στίχους του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, τα «ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ ΤΩΡΑ» και η «Η ΕΠΙΜΟΝΗ ΣΟΥ» σε μουσική και στίχους του Κώστα Λειβαδά,  το «ΒΑΛΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΦΙΛΙ» σε μουσική Γιάννη Ζουγανέλη και στίχους της Sunny Μπαλτζή,  τραγούδια που έχουν ήδη εντυπωσιάσει και αγαπηθεί πολύ κ.α., τραγούδια από το προσωπικό της ρεπερτόριο αλλά και τραγούδια διασκευασμένα, από την ίδια και το στενό της συνεργάτη Ευριπίδη Ζεμενίδη, πολύ αγαπημένα που θα ενθουσιάσουν και θα αγγίξουν όλους τους φίλους της.

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

"Ο Μανάβης" με τον Νίκο Καλαμπάκα


Από τους πιο συμπαθητικούς πλανόδιους μικροπωλητές που υπάρχουν μέχρι σήμερα, είναι ο πλανόδιος μανάβης. 
Τότε που με το έμπα της άνοιξης, άνθιζαν οι μπαξέδες και γέμιζαν τα καλάθια του με ντομάτες, αγγούρια, λάχανα, κολοκυθάκια, μελιτζάνες κ.α. έβγαζε το μεροκάματό του περιπλανώμενος από γειτονιά σε γειτονιά διαλαλώντας την πραμάτεια του.
Ο αλησμόνητος συγχωριανός μας, παραδοσιακός οργανοπαίχτης Νίκος Καλαμπάκας μας περιγράφει, με ένα σπάνιο σκωπτικό δημοτικό τραγούδι που φέρει τον τίτλο «ο μανάβης» εικόνες και στιγμές από τα τυχερά αυτού του επαγγέλματος.
Παίζουν οι μουσικοί
Καλαμπάκας Νικόλαος (κλαρίνο και τραγούδι)
Βαγγέλης Λάκης (Λαούτο)
Γκιουλέκας Σούλης (κιθάρα)
Γκουζιώτης Γιώργος (synthy)


Ο μανάβης!!!
Ο μανάβης μας περνά -τριαλαλά  τριαλαλά!
μέσα από τη γειτονιά -τριαλαλά  τριαλαλά!
έχει λάχανα ντομάτες -τριαλαλά  τριαλαλά!
ελάτε εσείς βρε μαυρομάτες -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!

Και φωνάζει και χουιάζει -τριαλαλά  τριαλαλά!
και καμιά δεν τον κοιτάζει -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!
Αγγουράκια πιπεριές -τριαλαλά  τριαλαλά!
έχω εγώ για τις ξανθές -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!

Πάει στην άλλη γειτονιά -τριαλαλά  τριαλαλά!
να πουλήσει λάχανα -τριαλαλά  τριαλαλά!
λάχανα και πιπεριές -τριαλαλά  τριαλαλά!
για τις όμορφες κυρές -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!

-Κυρ Μανάβη,
του φωνάζει μια κυρά, -τριαλαλά  τριαλαλά!
μου φέρνεις σε παρακαλώ δυο αγγουράκια
στον δικό μου τον οντά. -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!

-Μα κυρά μου είναι στραβά -τριαλαλά  τριαλαλά!
-Δεν πειράζει όμορφα είναι κι αυτά -τριαλαλά  τριαλαλά!
Κι ο μανάβης τραγουδά, τραγουδά, τραγουδά.
Ο μανάβης!!!

Μαναβάκο μου μικρέ -τριαλαλά  τριαλαλά!
να σου ψήσω έναν καφέ -τριαλαλά  τριαλαλά!
και να πέσουμε μαζί -τριαλαλά  τριαλαλά!
στο δικό μου καναπέ -τριαλαλά  τριαλαλά!
Ο μανάβης!!!

Δεν πουλάω τίποτα, τίποτα
Είναι όλα πουλημένα, πουλημένα, πουλημένα,
είναι όλα πουλημένα κι ο μπαμπάς έχει για μένα.
Ο μανάβης!!!

Θα ξανάρθω βρε κυρά Πω! Πω! Πω!
στο δικόσου τον οντά Πω! Πω! Πω!

Να ξανάρθεις… Βρε παιδιά, τι καλά! τι καλά!
στον δικό μου τον οντά, τι καλά! τι καλά!

Θα μας πάρει το πρωί αγκαλιά, αγκαλιά

Ο μανάβης!!!

επικοινωνιστε μαζι μας