Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Αναδρομή στο παρελθόν

Κατοχή και εκτροφή ζώων - Βοσκότοποι - Ομαδική βόσκηση

Του Νικολάου Χιώτη

Η κατοχή ζώων αποτελούσε τη σημαντικότερη απόδειξη για τις αριστοκρατικές οικογένειες, ότι διέθεταν οικονομική επιφάνεια και κοινωνική καταξίωση. Η κοινωνική δύναμη και η καταξίωση υπολογίζονταν κυρίως με βάση την κτηνοτροφία. Και η κόρη, που:
«της τάζουν γιο του βασιλιά, της τάζουν γιο του Ρήγα,
δε θέλει γιο του βασιλιά, δε θέλει γιο του Ρήγα,
μόν’ θέλει τ’ αρχοντόπουλο με τις πουλές χιλιάδες,
’πο ’χει τα χίλια πρόβατα, τα πιντακόσια γίδια…» 
μας πληροφορεί ένα Λαζαριάτικο τραγούδι των Μεγάλων Καλυβίων.  Κι αν ο γαμπρός είναι φτωχός, για προίκα θα δοθεί στην κόρη και μια αγελάδα, που θα την ακολουθήσει στο σπίτι του γαμπρού την ίδια μέρα, δεμένη πίσω από το κάρο που μεταφέρει τα προικιά της. Για τούτο ο άνθρωπος φρόντιζε να κατοικεί σε περιοχές που προσφέρονταν για τη δική του διαμονή και τη βόσκηση των ζώων, ώστε να εξασφαλίζει έτσι τα απαραίτητα αγαθά για τον ίδιο και τα ζώα του.

                   
Η βόσκηση των ζώων γινόταν πάντα σε βοσκότοπους που εξασφάλιζαν οι ιδιοκτήτες των κοπαδιών ή τους εύρισκαν ελεύθερους ή τους αποκτούσαν με τη βία. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας επικρατούσε το καθεστώς της εργασίας στα κτήματα του Τούρκου δυνάστη με διάφορες σχέσεις. 


Όταν η Ελλάδα έγινε τούρκικη επαρχία, χωρίστηκε σύμφωνα με το Ισλαμικό δίκαιο σε 267 ζιαμέτια (δηλαδή μεγάλα φεουδαρχικά τμήματα) και σε 1496 τιμάρια (μικρότερες φεουδαρχικές περιφέρειες). 
Οι Τούρκοι, σύμφωνα με το Κοράνι, δεν πείραξαν ούτε τις ιδιωτικές ούτε τις κοινοτικές ούτε τις μοναστηριακές ιδιοκτησίες εκείνων που υποτάχθηκαν θεληματικά. Μόνο σ’ εκείνα τα μέρη όπου έγινε αντίσταση δημεύτηκαν όλες οι κινητές και ακίνητες περιουσίες των Χριστιανών. Στα 1396, όταν ο Βαγιαζήτ περνούσε τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, οι περισσότερες πόλεις (Τρίκαλα, Δομοκός, Λάρισα, Υπάτη, Λαμία) παραδόθηκαν θεληματικά. Έτσι στην περιοχή των Τρικάλων διατηρήθηκαν μικροϊδιοκτησίες. Οι μικροϊδιοκτήτες εκείνοι που καλλιεργούσαν τούρκικα κτήματα και εκμεταλλεύονταν τους βοσκότοπους δεν έβλεπαν καμιά προκοπή, γιατί πάντα ο Τούρκος αγάς και μπέης της περιοχής ή ο Ρωμιός κοτσάμπασης τους έπαιρναν με χίλιους τρόπους το περίσσευμα της σοδειάς τους, τα ζώα τους ακόμα και το ψωμί της χρονιάς. Στους κάμπους κι όπου αλλού η γη ήταν πλούσια, εκεί αν δεν ήταν συγκεντρωμένη σε λίγα χέρια τσιφλικάδων, την εξουσίαζαν διάφοροι μπέηδες και αγάδες, που έβαζαν άλλους να καλλιεργούν τα χωράφια τους και να βόσκουν τα ζώα τους σύμφωνα με τα επικρατούντα στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα πριν από το 1821 και πολλά χρόνια αργότερα. Να σημειώσουμε ότι τα ζώα των γεωργών εργάζονταν όλο το χρόνο στις δουλειές του αφεντικού, ενώ τα ζώα του ιδιοκτήτη έπρεπε να βόσκουν ελεύθερα στα χωράφια και στο γρασίδι χωρίς περιορισμούς. Η ίδια, ίσως και χειρότερη κατάσταση συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση μέχρι οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι να αποκτήσουν δική τους καλλιεργήσιμη και βοσκήσιμη γη. Τούτο το πέτυχαν με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και τη διανομή της γης στους αγρότες το 1923, με την επαναστατική απόφαση του Νικολάου Πλαστήρα.
Η εκτροφή των ζώων – η κτηνοτροφία – μαζί με τη γεωργία ήταν οι κυρίες ασχολίες των κατοίκων της πεδινής περιοχής των Τρικάλων ως το τέλος της δεκαετίας του 1960. Η γεωργία είχε ως βασική προϋπόθεση την ύπαρξη ζώων, αφού η καλλιέργεια της γης ήταν αδύνατη χωρίς την ύπαρξη ζευγαριού. Έτσι έχουμε εκτροφή ζώων για τις γεωργικές εργασίες (βόδια, βουβάλια, άλογα, γαϊδούρια) και τη λήψη κτηνοτροφικών προϊόντων (αγελάδες, βουβάλια, πρόβατα, γουρούνια, πουλερικά). Η εκτροφή των ζώων είχε ένα ιδιαίτερο χρώμα που γινόταν αισθητό και μέσα στην πόλη των Τρικάλων. Γύρω από την κεντρική πλατεία των Τρικάλων, υπήρχαν αρκετά χάνια που φιλοξενούσαν τα υποζύγια των χωρικών που έρχονταν κάθε Δευτέρα στο παζάρι για ψώνια. 


Μαζί τους έσερναν και τα ζώα που ήθελαν να πουλήσουν και τα οδηγούσαν στον καθορισμένο χώρο, το γελαδοπάζαρο ή ζωοπάζαρο, μπροστά από το σημερινό κτίριο της ΔΕΗ. Αργότερα το παζάρι αυτό μεταφέρθηκε στη νέα ζωαγορά, κοντά στο 30ό Δημοτικό Σχολείο. Ζωοπάζαρο γινόταν και με την ετήσια εμποροπανήγυρη των Τρικάλων από 14 μέχρι 21 Σεπτεμβρίου. Ανάλογο παζάρι ζώων γινόταν κάθε χρόνο και στα Μεγάλα Καλύβια εντός του Οκτωβρίου. Η ημέρα τέλεσης καθορίζονταν κάθε φορά από το κοινοτικό συμβούλιο με απόφασή του. Άρχισε τη λειτουργία του από το 1934 και διατηρήθηκε μέχρι το 1973. Τέτοια παζάρια γίνονταν σε όλες τις κωμοπόλεις του νομού Τρικάλων και της Καρδίτσας. Μάλιστα το παζάρι του Μοσχολουρίου Καρδίτσας είναι το παλαιότερο σε ολόκληρο τον Θεσσαλικό χώρο. Άρχισε περίπου το 1570 και έφτασε να γίνεται ως το 1930, οπότε και μεταφέρθηκε στη γειτονική κωμόπολη  των Σοφάδων.
Η κτηνοτροφική παραγωγή γενικά στο νομό Τρικάλων ήταν αρκετά μεγάλη και είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση του εργοστασίου γάλακτος στα Τρίκαλα το 1965 και της Ελληνικής Βιομηχανίας Κρέατος στα Μεγάλα Καλύβια το 1969. Η βιομηχανία, αφού λειτούργησε ικανοποιητικά για αρκετά χρόνια, διέκοψε τη λειτουργία της. Το εργοστάσιο γάλακτος λειτουργεί ακόμα και σήμερα, εξασφαλίζοντας τις ποσότητες γάλακτος από τους νομούς Τρικάλων και Καρδίτσας και προσφέρει προϊόντα άριστης ποιότητας.
Βοσκότοποι. Η εκτροφή των ζώων βασιζόταν κυρίως στη βόσκηση στα λιβάδια και στα χωράφια, με ελάχιστη συμπλήρωση της τροφής τους στον στάβλο. Μόνο τον χειμώνα τρέφονταν με αποθηκευμένα ξηρά χόρτα από τα χορτολίβαδα, κακής κυρίως ποιότητας, και με σανό βίκου και άλλων ψυχανθών και ιδίως τριφυλλιού μετά το 1950. Έτσι οι βοσκότοποι ήταν για πολλά χρόνια οι πιο βασικές πηγές φτηνής και πολύτιμης χλωρής τροφής για τα ζώα. Η βλάστηση των φυσικών αυτών βοσκότοπων αποτελούνταν από πολυετή άγρια χόρτα και σε ορισμένες περιπτώσεις από λειχήνες, ημίθαμνους και θάμνους. Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν σε εδάφη μικρής απόδοσης σε βοσκή, σπαρτοί βοσκότοποι με τη σπορά μικτών χεδροπών-αγρωστωδών πολυετών ή μονοετών φυτών. Τα ζώα οδηγούνταν στους βοσκότοπους κατά την περίοδο που τα φυτά βρίσκονταν στην πρώιμη φάση της βλάστησής τους, γιατί τότε ο βαθμός θρεπτικότητας ήταν καλύτερος. Η περίοδος όμως αυτή ήταν μικρή, λόγω ανυπαρξίας βροχών και αδυνατούσε να θρέψει τα μεγάλα ζώα.      
Οι βοσκήσιμες εκτάσεις ήταν κοινόχρηστες και προήλθαν από την ανάγκη εκτροφής των ζώων και κυρίως των αροτριώντων. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881, δημιουργήθηκε το Θεσσαλικό Γεωργικό Ταμείο, στο οποίο περιήλθαν όλες οι εκτάσεις των απαλλοτριωθέντων τσιφλικιών, με σκοπό τη διανομή τους στους αγρότες και κτηνοτρόφους. Με τις διατάξεις των άρθρων 15 του ν. Γ.Ε.Β./1907,1 του ν. Γ.Τ.Θ./1908 και 6 του ν. Δ.Ι.Θ./1912 προβλέπονταν η δυνατότητα παραχώρησης προς τους κληρούχους εκτάσεων «κοινής νομής» για την κοινή βοσκή των ζώων τους. Ειδικότερα αναφέρεται ότι παραχωρείται για το σύνολο των κληρούχων και έκταση 10 στρεμμάτων για κάθε πλήρη κλήρο, προς βόσκηση των ζώων τους. Τα στρέμματα αυτά αθροίζονται σε ένα ενιαίο σύνολο και αποτελούν κοινή νομή, στην οποία ο κάθε κληρούχος έχει δικαίωμα να βόσκει τέσσερα μεγάλα και είκοσι μικρά ζώα. Οι εκτάσεις αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 197 του Αγροτικού Κώδικα και τον ν. 3194/1955 παραχωρήθηκαν στους οικείους Δήμους και Κοινότητες για κοινή χρήση των κατοίκων τους. Κάθε άλλη χρήση, πέραν αυτής της βοσκής, απαγορεύεται αυστηρά. Με τον τρόπο αυτό απέκτησαν κοινόχρηστες εκτάσεις και τις διατηρούν έως σήμερα, ο Δήμος Τρικκαίων και οι περισσότερες Κοινότητες (Μεγάλων Καλυβίων, Μουριάς, Δροσερού, Αγίας Κυριακής, Λόγγου, Γλήνου, Πατουλιάς, Μεγαλοχωρίου, Νομής, Φανερωμένης, Μικρού και Μεγάλου Κεφαλοβρύσου, Μεγάρχης, Διαλεχτού, κ.λ.π.). Σε ορισμένες όμως Κοινότητες (Παλαιομονάστηρου, Παραποτάμου, Ράξας, Ριζώματος, Ταξιαρχών, κ.λ.π.) οι κάτοικοι, για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες της κτηνοτροφίας τους, άφησαν οι ίδιοι έναν αριθμό στρεμμάτων και δημιούργησαν της κοινόχρηστες εκτάσεις για βόσκηση των ζώων. Μάλιστα στην Κοινότητα Ταξιαρχών δημιουργήθηκε τέτοια κοινόχρηστη έκταση μόλις το 1954 με τη διενέργεια του αναδασμού που έγινε στο αγρόκτημα της κοινότητας και ήταν ο πρώτος σ’ ολόκληρη τη Θεσσαλία. Και στις δύο περιπτώσεις οι εκτάσεις κοινής βοσκής ήταν η αφρόκρεμα των κτημάτων. Είχαν καλή πρόσβαση, ήταν κοντά στους οικισμούς, διέθεταν άφθονα τρεχούμενα νερά, δεν ήταν «βαρκά» ή «καψούρες» και είχαν ασφαλή σημεία για το «στάλισμα» των ζώων το μεσημέρι και τη φύλαξή τους τη νύχτα.
Ομαδική βόσκηση των ζώων. Όλα τα θέματα που αφορούσαν τις κοινόχρηστες εκτάσεις ρυθμίζονταν από τη δημογεροντία στην αρχή και από τους Δήμους και τις Κοινότητες αργότερα.  Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονταν στην αρχή του οικονομικού έτους, σύμφωνα με τις ισχύουσες πάντα διατάξεις και όριζαν λεπτομερώς τα εξής:
- Τις θέσεις και την έκταση των βοσκήσιμων εκτάσεων.
- Τον τρόπο της χρήσης αυτών και τον αριθμό των μικρών και των μεγάλων ζώων, στα οποία επιτρεπόταν η βόσκηση.
- Το δικαίωμα χρήσης της βοσκής.
- Τα σύλληπτρα των συλλαμβανόμενων σε ζημιές ζώων και της διατροφής αυτών.
Από τις αποφάσεις των Δημοτικών και Κοινοτικών Συμβουλίων της πεδινής περιοχής Τρικάλων προκύπτουν τα εξής κοινά σημεία:
1. Τα ζώα οδηγούνται στη βόσκηση ομαδικά από τους φύλακες ή επιτηρούνται από τους κατόχους τους ή είναι δεμένα. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν αδέσποτα.
2. Η κοινόχρηστη έκταση είναι «άβατο» για όλα τα ζώα και για 30 ως 40 ημέρες, με σκοπό να μεγαλώσει το χόρτο. Η απαγόρευση ισχύει από την πρώτη Μαρτίου ως τη δέκατη πέμπτη Απριλίου ή από την Καθαρή Δευτέρα ως τη Μεγάλη Εβδομάδα.
3. Ένα τμήμα της κοινόχρηστης έκτασης χαρακτηρίζεται ως «ζευγαρολίβαδο ν τ ποί τμήματι θέλουσι βόσκει ποκλειστικς τά ζευγνυόμενα ροτριώντα, τά ργαζόμενα ς καί τά γεγηρακότα τοιατα καί ο τυχόν θηλάζοντες πλοι ατν βουβαλόμοσχοι», όπως σχεδόν ομοιόμορφα αναφέρεται στις σχετικές αποφάσεις.
4. Άλλο τμήμα της έκτασης ορίζεται αποκλειστικά για βόσκηση της αγέλης του χωριού, αποτελούμενης από αγελάδες, μοσχίδες, μοσχάρια, ταύρους, βουβάλια και βουβαλόμοσχους και γενικά λοιπά μεγάλα ζώα που δεν ζεύτηκαν ποτέ-τα φάρσκα- και δεν χρησιμοποιήθηκαν σε εργασία.
5. Η βόσκηση των μικρών ζώων στο ζευγαρολίβαδο και αγελαδολίβαδο επιτρέπεται από τη γιορτή των Δώδεκα Αποστόλων μέχρι την ημέρα που απαγορεύεται η βόσκηση όλων των ζώων στις εκτάσεις αυτές, περίπου στο τέλος Μαρτίου.
6. Η βόσκηση των πουλερικών είναι ελεύθερη για όλο τον χρόνο και για όλες τις εκτάσεις και γίνεται με επίβλεψη και ευθύνη του κατόχου τους.
7. Τμήμα της κοινόχρηστης έκτασης, συνήθως κοντά σε κάθε οικισμό, είναι ελεύθερο για βόσκηση από κάθε ζώο και για όλη τη διάρκεια του έτους.
8. Οι μόνιμες εγκαταστάσεις, για στάβλισμα των ζώων, επιτρέπονται μόνο σε ορισμένες ζώνες ανάλογα με τις εκτάσεις και τις μετακινήσεις των κοπαδιών.
Κάθε δημότης δικαιούται να βόσκει ελεύθερα εντός των κοινόχρηστων εκτάσεων τα αροτριώντα ζώα (ζευγάρια), τέσσερα μεγάλα και 25 μικρά ζώα. Για θηλάζοντα μεγάλα ζώα μέχρι δύο ετών και μικρά έξι μηνών δεν καταβάλλεται δικαίωμα βόσκησης. Πέρα από τον αριθμό αυτό, για τα υπόλοιπα ζώα που θα βοσκήσουν, καταβάλλεται δικαίωμα βόσκησης που ορίζεται από το κοινοτικό συμβούλιο, σύμφωνα με τις εκάστοτε διατάξεις του Υπουργείου Γεωργίας.  Δημοσιεύεται επίσης κατάλογος των δημοτών με τα ζώα που έχουν για βόσκηση και το ποσό που πρέπει να καταβάλλουν στην Κοινότητα.

Για κάθε ζώο που συλλαμβάνεται από τον αγροφύλακα σε απαγορευμένες περιοχές, καταβάλλονται έξοδα σύλληψης και έξοδα φύλαξης και διατροφής (ποδοκόπι), μέχρι να το παραλάβει ο κάτοχος του. Τα σύλληπτρα διαφέρουν για τα μικρά και τα μεγάλα ζώα, όπως διαφέρουν και τα έξοδα φύλαξης και διατροφής. Τα έξοδα όλα πληρώνονται από τον κάτοχο του ζώου, εφόσον ευθύνεται ο ίδιος, ή από τους φύλακες, αν αποδειχθεί ότι ευθύνονται εκείνοι. Τη ζημιά πλήρωνε ο υπεύθυνος σύμφωνα με την εκτίμηση του αγροφύλακα ή των ειδικών εκτιμητών που όριζε η Κοινότητα με απόφασή της. Σε περίπτωση διαφωνιών τη  λύση έδωναν πλέον τα δικαστήρια. 

Πηγή: http://otoposmas-okosmosmas.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

επικοινωνιστε μαζι μας