Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

«Ο Κυνηγός κι ο ψευτοπαλληκαράς».Γεγονότα από το Βαλτινό


Του Χάρη Αγγελή
Ο μπάρμπα-Νάσιος σχεδόν κάθε πρωί «αφόδευε» ανάμεσα στα βάτια στη γωνία του οικοπέδου του σπιτιού του, που βρίσκονταν στην άκρη του χωριού. Ο Φούλιας με το όπλο στον ώμο του περνούσε απ’ αυτό το μέρος, πηγαίνοντας για κυνήγι. Μόλις τον έβλεπε ο μπάρμπα-Νάσιος σηκώνονταν και καθώς μάζευε τα βρακιά του τον ειρωνεύονταν λέγοντάς του: «Μωρέ κάτι κυνηγοί, εσύ δεν μπορείς να βαρεσ’  τα παπάρια τα δικά μ’, θα βαρέσ’ τη μπεκάτσα στον αέρα ...!
«Κάτσε καλά κακομοίρη μ», του λεγε ο κυνηγός τάχα θυμωμένος, «μη στη ..."μπουμπουνίσω"».
 «Έλα ρίξε», του λεγε αυτός και κατέβαζε πάλι τα βρακιά του...!
Αυτή η σκηνή επαναλήφθηκε πολλές φορές... Ώσπου μια χειμωνιάτικη μέρα ο Φούλιας φτιάχνει ένα φυσίγγι, χωρίς σκάγια, μόνο με μπαρούτι και το βάζει στην κάνη του όπλου. 


Ήταν χαράματα όταν έφτασε στο γνωστό μέρος... Μόλις τον είδε ο μπάρμπα-Νάσιος, άρχισε πάλι τα πειράγματα με τις ίδιες κουβέντες και τις ίδιες κινήσεις.. Τότε ο κυνηγός κατεβάζει το όπλο... τον σημαδεύει... και πυροβολεί...! Με το εκκωφαντικό μπαμ! ο μπάρμπα-Νάσιος σωριάζεται αμέσως στο μουσκεμένο χώμα και μένει ακίνητος...! Ο Φούλιας τρέχει γρήγορα κοντά του, του σηκώνει το κεφάλι και του λέει φωναχτά:
«Μη φοβάσαι μπάρμπα δεν έπαθες τίποτα, δεν είχα βάλει σκάγια στο φυσίγγι, κοίτα και μόνος σου, δεν έχεις αίματα πουθενά...»!
Μέσα στον πανικό του ο μπάρμπα-Νάσιος άκουσε τα λόγια του κυνηγού, κοίταξε τα χέρια του, την κοιλιά του κι αφού είδε ότι δεν είχε πάθει τίποτα, σηκώνεται κοιτάζει τον Φούλια και του λέει:
«Ε, τι μ’ έκανες... μ’ έκλασες τα παπάρια» δείχνοντας ταυτόχρονα με την ανοιχτή παλάμη του, τα’ αχαμνά του!!!

επικοινωνιστε μαζι μας