Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Παράπλευρα στρατηγήματα επαναστατικά


Του Χρήστου Γιανναρά
Δ​​ημόσιος λόγος στη σημερινή Ελλάδα που να αποτιμά έγκυρα την πολιτική (και συμπεριφορά) των «δανειστών» της, δεν μπορεί να υπάρξει. Διότι δημόσια πληροφόρηση αξιόπιστη δεν λειτουργεί. Τα κρατικά ή συμπολιτευόμενα την κυβέρνηση MME δίνουν εικόνα της πραγματικότητας διαφορετική από αυτήν που εμφανίζουν τα ιδιωτικά, αντιπολιτευόμενα την κυβέρνηση MME. Επιπλέον, η κριτική σκέψη και απροκατάληπτη αποτίμηση της πραγματικότητας δεν είναι από τα εφόδια που παρέχονται στον Έλληνα με τη σχολική και πανεπιστημιακή του εκπαίδευση, ούτε με την οικογενειακή του αγωγή ή τους ιστορικούς εθισμούς του.
Κατά τούτο η ελλαδική κοινωνία σήμερα είναι ένα «ανθρώπινο υλικό» που προσφέρεται ευχερέστατα (δίχως αντιστάσεις) για παντοδαπή εκμετάλλευση: Οποιοσδήποτε μπορεί να διαγουμίσει οτιδήποτε ελληνικό χωρίς την παραμικρή κριτική αντίσταση ή συνέπεια. Διότι ακόμα και την αυθαδέστερη αξίωση, την ιταμότερη απειλή, την πιο ταπεινωτική έμπρακτη παραβίαση της κρατικής ανεξαρτησίας, αυτονομίας, αξιοπρέπειας, η ελλαδική κοινωνία είναι αδύνατο να την κρίνει με τα κριτήρια της πανανθρώπινης κοινής λογικής. Για κάθε περίπτωση η κοινή γνώμη στην Ελλάδα θα διχαστεί: Θα δημιουργηθούν αντίπαλες φανατισμένες μερίδες, συγκρουόμενες εμπάθειες, ρήξεις ανίατες για πολλές δεκαετίες.
Κάθε «εθνικό», όπως το λέμε, θέμα (και όχι μόνο) το μεταβάλλουμε σε αφορμή για μεταξύ μας παθιασμένο διχασμό –σαν να αντλούμε ηδονή ή εγωκεντρική αυτεπιβεβαίωση από την αντιπαλότητα και τη διαμάχη. Δεν είναι ο επίβουλος ξένος που γεννάει το μένος, την οργή, την αγανάκτησή μας, είναι με τον ετερόφρονα και ετερόγνωμο συμπατριώτη που παθιαζόμαστε φανατικά. Τον ξένο επίβουλο υπάρχει πάντοτε μια μερίδα Ελλήνων που τον δικαιολογεί και τον ευνοεί με στερεότυπο μαζοχισμό – εξωραΐζεται ο μαζοχισμός συμπλεγματικά, άλλοτε σαν «προοδευτικός» (μαρξιστικός) διεθνισμός και άλλοτε σαν αφελής «αμερικανοτροπία» που καταργεί τα σύνορα.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, όχι αυθαίρετα, ότι κάθε αφορμή διχασμού μας των Eλλήνων παραπέμπει σε προφανή κρίση ταυτότητας: Σαν να μην έχουμε κατασταλάξει στο ποιοι είμαστε, ποιοι θέλουμε να είμαστε – σαν να βρισκόμαστε, δυο αιώνες τώρα, μετέωροι, στην κόψη διλημματικής επιλογής: «Ανήκομεν εις την Δύσιν»; Τότε γιατί παλεύουμε να εκδυτικιστούμε και δεν το πετυχαίνουμε, δυο αιώνες τώρα, παραμένουμε μια θλιβερή απομίμηση του ζητουμένου, γελοιογραφική; Είμαστε ο πολιτισμικός αντίλογος της μετα-ρωμαϊκής Δύσης, η ακούσια συνέχεια του μισητού για αιώνες στη Δύση «Βυζάντιου», δηλαδή: το κοινωνιοκεντρικό «παράδειγμα», το ριζικά ασυμβίβαστο με τον βαρβαρικό ατομοκεντρισμό; Aλλά τότε, γιατί παραιτούμαστε, επίσημα και έμπρακτα, από τη ριζωμένη στον ψυχισμό διαφορά του πολιτισμού μας, γιατί μας διχάζει ό,τι αποτέλεσε την ιστορική μας ιδιοπροσωπία;

επικοινωνιστε μαζι μας